τα παιδιά του πειραιά / Los niños del Pireo
Απ’ το παράθυρό μου στέλνω
ένα δύο και τρία και τέσσερα φιλιά,
που φτάνουν στο λιμάνι
ένα και δύο και τρία και τέσσερα πουλιά.
Πώς ήθελα να είχα ένα και δύο
και τρία και τέσσερα παιδιά,
που σαν θα μεγαλώσουν όλα
θα γίνουν λεβέντες για χάρη του Πειραιά.
Όσο κι αν ψάξω, δεν βρίσκω άλλο λιμάνι
τρελή να με 'χει κάνει, όσο τον Πειραιά,
που όταν βραδιάζει, τραγούδια μ' αραδιάζει
και τις πενιές του αλλάζει, γεμίζει από παιδιά.
Aπό την πόρτα μου σαν βγω
δεν υπάρχει κανείς που να μην τον αγαπώ
και σαν το βράδυ κοιμηθώ, ξέρω πως,
ξέρω πως, πως θα τον ονειρευτώ.
Πετράδια βάζω στο λαιμό, και μια χά-
και μια χά-, και μια χάντρα φυλακτό,
γιατί τα βράδια καρτερώ, στο λιμάνι σαν βγω
κάποιον άγνωστο να βρω.
Όσο κι αν ψάξω, δεν βρίσκω άλλο λιμάνι
τρελή να με 'χει κάνει, όσο τον Πειραιά,
που όταν βραδιάζει, τραγούδια μ' αραδιάζει
και τις πενιές του αλλάζει, γεμίζει από παιδιά
Desde mi ventana mando
uno, dos, tres y cuatro besos,
que llegan al puerto,
como uno y dos y tres y cuatro pájaros.
Cómo me gustaría tener uno y dos
y tres y cuatro niños,
que creciesen para llegar a ser
buenos mozos gracias al Pireo.
Por mucho que busque, no encuentro otro puerto
que me vuelva tan loca como el Pireo,
que, al atardecer, reparte sus canciones,
varía sus toques de buzuki y se llena de muchachos.
Al salir de mi puerta
no hay nadie al que no quiera
y por la noche, mientras duermo,
sé muy bien que soñaré con él.
Collares de pedrería me pongo al cuello
así como un abalorio de amuleto,
porque con un desconocido deseo encontrarme
por las noches, cuando salgo al puerto.
Por mucho que busque, no encuentro ningún otro puerto
que me vuelva loca igual que el Pireo,
el que, al caer la noche, reparte sus canciones,
varía sus toques de buzuki y se llena de muchachos.